«Το αστείο», το μυθιστόρημα με το οποίο έγινε παγκοσμίως γνωστός ο Μίλαν Κούντερα, κυκλοφορεί και πάλι, 30 χρόνια έπειτα από την πρώτη του έκδοση στη χώρα μας, σε νέα μετάφραση, με βάση την αναθεωρημένη, οριστική έκδοση του έργου, που πραγματοποιήθηκε στα γαλλικά από τον συγγραφέα.
«Ο οπτιμισμός είναι το όπιο του λαού. Το υγιές πνεύμα βρομάει βλακεία. Ζήτω ο Τρότσκι.» Με αυτά τα λόγια θέλησε να πειράξει την ενθουσιώδη φίλη του ο Λούντβιχ, ο ήρωας του βιβλίου. Και γι' αυτό το αστείο θα διαγραφεί από το κόμμα, θα αποβληθεί από το πανεπιστήμιο, θα καταταγεί στο στρατό σε τάγμα «τιμωρημένων» και θα υπηρετήσει τη θητεία του δουλεύοντας στα ορυχεία, στα οποία θα παραμείνει «εθελοντικά» άλλα τρία χρόνια.
«Το αστείο» γράφτηκε το 1965 και πρόλαβε να εκδοθεί στην Τσεχοσλοβακία το 1967. Την εποχή της «άνοιξης της Πράγας» και του βίαιου τερματισμού της με την εισβολή των ρωσικών τανκς, «Το αστείο» αποτελούσε μια ηχηρή καταγγελία του σοβιετικού σοσιαλιστικού μοντέλου· έγινε έτσι το «ευαγγέλιο της εποχής» και γνώρισε τεράστια επιτυχία διεθνώς.
Το ίδιο συνέβη και στην Ελλάδα, όπου κυκλοφόρησε το 1971, με την επιπλέον φόρτιση που συνεπαγόταν για μας η δικτατορία της 21ης Απριλίου και η νωπή διάσπαση του κομμουνιστικού κόμματος. Έτσι υπερτονίστηκε και εδώ η πολιτική διάσταση του έργου και παραμερίστηκε η καθαυτό μυθιστορηματική του αξία. Γι' αυτό και παρουσιάζει ενδιαφέρον να το επαναπροσεγγίσουμε σήμερα, έπειτα από τριάντα χρόνια, και να το ανακαλύψουμε στις πραγματικές του διαστάσεις, να ανακαλύψουμε βασικά, πίσω από την υποτιθέμενη πολιτική καταγγελία, το γνωστό μας έκτοτε, ιδιότυπο κουντερικό χιούμορ.
(εφημερίδα «Η Καθημερινή», 9/6/2002)