Η Ανίτα, ο Τζέισον και ο Ρικ αποφασίζουν να διαβούν το κατώφλι της Πύλης του Χρόνου στο Χωριό που Πεθαίνει και βρίσκονται σε έναν υπόγειο κόσμο, σκοτεινό και αφιλόξενο.Έτσι αρχίζει μια εξαντλητική κατάβαση στα έγκατα της γης, ως την ίδια την καρδιά όλων των φανταστικών τόπων, το Λαβύρινθο. Εκεί κρύβεται το κλειδί του μυστηρίου γύρω απ? αυτούς που κατασκεύασαν τις πύλες. Αλλά στις ατέλειωτες, σκοτεινές στοές του, παραμονεύει ένας τρομερός κίνδυνος.
Την ίδια ώρα, ο Τόμι και η Τζούλια προσπαθούν να σώσουν το Κίλμορ Κόουβ από την άμεση απειλή των Εμπρηστών...
Αυτό είναι το ένατο βιβλίο του έπους του Οδυσσέα Μουρ.
Πέτρες που μετακινούνται. Μια κίνηση, σχεδόν ανεπαίσθητη: μια σκιά που σαλεύει μες στο σκοτάδι. Κι έπειτα, ένα ουρλιαχτό. Ένα τρομερό, παραπονιάρικο ουρλιαχτό, που προκαλεί ρίγη.
Το αερόστατο βρισκόταν τώρα ένα μέτρο πάνω από το έδαφος.
«ΑΝΕΒΑ!» φώναξε ο Τζέισον, σηκώνοντας στα χέρια την Ανίτα.
Το κορίτσι αρπάχτηκε στο καλάθι του αερόστατου. Με μία ακόμα ώθηση έπεσε μέσα. «Τζέισον!» φώναξε, αλλά η φωνή της σκεπάστηκε πάλι από εκείνο το ανατριχιαστικό μουγκρητό.
Τα χέρια του αγοριού πρόβαλαν στο χείλος του καλαθιού. Η Ανίτα στάθηκε όρθια παραπατώντας, τα έπιασε και τράβηξε με όλη της τη δύναμη, προσπαθώντας να τον ανεβάσει.
Ο θόρυβος ακουγόταν όλο και πιο κοντά.
Κάτι έτρεχε ανάμεσα στα χαλάσματα. Κάτι μεγάλο.