Σε όλα αυτά, να σου και ένα απίστευτο. Ένα ζευγάρι άγριων φασιανών έπεσε στα μέρη μας. Πρωτοφανές! Ήρθαν να ξεχειμωνιάσουν στη γη των πεινασμένων. Πρόκληση. Η ψυχή όμως του Έλληνα: Κανείς δεν τα πείραξε, κι ας παθαίναμε σιελόρροια με τα νέα τους. Κάθε μέρα και κάποιος από εμάς τα έβλεπε. Πότε μέσα στον ελαιώνα, πότε πίσω από το κοτέτσι, πότε στο παλιό εξώσπιτο. Όποιος τα κοίταζε γύριζε αλλόκοτος. Μαγευόταν από τη θέα τους και έκανε αισιόδοξες σκέψεις. Σαν αλλοπαρμένος, λαλούσε παράλογα πράγματα. Για τη δόξα του έθνους, για το μεγαλείο των πολιτικών μας ανδρών, για τις χαμένες πατρίδες, για την υπεροχή της φυλής, για την οικονομική ανεξαρτησία. Αυτοί φαίνεται είχαν εκτεθεί αρκετά στη θέα των εξωτικών πουλιών. Μα και οι άλλοι, που φευγαλέα τα είχαν δει, μιλούσαν για ευημερία, για αποπληρωμές, για επενδύσεις, για ανάπτυξη.
Τι είναι πιο τρελό, η πένα του συγγραφέα ή η ίδια η νεοελληνική πραγματικότητα; Τι συμβαίνει όταν τα καναπεδάκια μάς τρώνε αντί να τα τρώμε; Σε ένα ιδιότυπο ταμπλό μαγικής αφήγησης και στεγνού ρεαλισμού, ο Δημήτρης Μαγριπλής καταγράφει σπαρταριστές, σουρεαλιστικές εικόνες και ιστορίες από την αστική και αγροτική Ελλάδα της υπερκατανάλωσης και της συνακόλουθης κρίσης. Οι ανίκητοι μηχανισμοί της ελληνικής γραφειοκρατίας, οι εκπρόσωποι της εκκλησίας και των λεγόμενων "κοινωνικών φορέων", ο επιχειρηματίας, ο αγρότης, ο συμβασιούχος, όλα τους συνθέτουν ένα γκροτέσκο ψηφιδωτό της χώρας, που σε μια δεύτερη ματιά δε φαίνεται και τόσο αποτραβηγμένο από την πραγματικότητα.