"Μεσημέρι ήτανε... Οι μύγες ζουζούνιζαν κι εγώ νύσταζα ...και νανουριζόμουν απ’ τη ζέστη κι ούτε υποψιαζόμουν το δράμα που με περίμενε. Βγήκε ο Κωστής απ’ το σπίτι. Έκανα πως δεν τον είδα. Μπήκε στο αχούρι και σε λίγο όρμηξε έξω φορώντας κάτι παλιοπάπουτσα που έμοιαζαν να τον στενεύουν. Στο χέρι κρατούσε ένα σχοινί με μια θηλιά στην άκρη. Εγώ αδιάφορος πάντα. Πήγε με φούρια στο γουρούνι... Του άνοιξε την πόρτα και το βγαλε έξω με το ζόρι... Ο φόβος άρχισε να μου μουδιάζει την πλάτη. Με έλυσε και πήδησε πάνω μου. Πάγωσα. Κάθισε για λίγο στη ράχη μου ακίνητος. Το γουρούνι περπατούσε δισταχτικά στην αυλή..."
Ένας γαϊδαράκος μας λέει την ιστορία του με διάθεση στοχαστική.
Η ζωή του επιφυλάσσει εκπλήξεις. Πόσο ικανός είναι να ανταπεξέλθει; Και πόσο τον βοηθάει η συμβουλή της μάνας του να πιστεύει πως είναι άκακος και κάθε τόσο να το επαναλαμβάνει στον εαυτό του;
Μια νουβέλα που διαβάζεται απ’ όλους, μικρούς και μεγάλους.