Η Ντόρα μετακόμισε στην επαρχία με το σκυλάκι της. Είχε μεγάλη ανάγκη μια αλλαγή σκηνικού, περισσότερη ελευθερία, χώρο για να ανασάνει. Το Μπράκεν όμως, το μικρό χωριό στο Βρανδεμβούργο όπου πήγε, δεν είναι τόσο ειδυλλιακό όσο περίμενε. Το σπίτι ακόμη δεν έχει έπιπλα, ο μεγάλος κήπος μοιάζει με ερημότοπο, η λεωφορειακή σύνδεση με την πόλη της περιοχής είναι για γέλια. Πάνω από όλα όμως, πίσω από τον ψηλό φράχτη κατοικεί ένας γείτονας που, με το ξυρισμένο κεφάλι και τα δεξιά συνθήματά του, φαίνεται να επιβεβαιώνει κάθε στερεότυπο.
Η Ντόρα πρέπει να αναρωτηθεί τι γυρεύει: απόσταση από τον σύντροφό της, που της γίνεται ολοένα και πιο ξένος με τον πεισματάρικο κλιματικό του ακτιβισμό; Καταφύγιο από την ψυχική αναστάτωση που την κρατάει ξάγρυπνη τις νύχτες; Απάντηση στο ερώτημα πότε έγινε ο κόσμος έτσι άνω κάτω; Ενώ η Ντόρα προσπαθεί να θέσει τις σκέψεις και τους δαίμονές της υπό έλεγχο, γύρω της συμβαίνουν πράγματα αναπάντεχα. Συναντά ανθρώπους που δεν ταιριάζουν σε κανένα καλούπι, που θέτουν σε αμφισβήτηση τις ιδέες της και την προηγούμενη ζωή της, και μετατρέπουν την εμπειρία της στο Μπράκεν σε κάτι που ποτέ δεν συνειδητοποιούσε ότι έψαχνε.
Το μυθιστόρημα της Juli Zeh αφηγείται την ιστορία του παρόντος – των προκαταλήψεων, των αδυναμιών και των δαιμόνων μας, καθώς και των δυνάμεων που αποκαλύπτουμε όταν μας επιτρέπουμε να είμαστε άνθρωποι.
Τολμάμε να είμαστε στ’ αλήθεια άνθρωποι;