Προσδοκία των επιμελητών του παρόντος τόμου είναι η δημοσίευση αυτή να εισφέρει σε μία αναθεωρημένη εικόνα του συντηρητισμού στην ελληνική κοινωνία και να αποτελέσει το έναυσμα να τεθεί εκ νέου το ζήτημα των προϋποθέσεων και τα ορίων μιας νέας ελληνικής συντηρητικής πολιτικής.
Όταν τίθενται συντηρητικές ιδέες στον δημόσιο διάλογο, μετά από μία τουλάχιστον τριακονταετή φίμωσή τους, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας, είναι εύλογο αυτές που κυκλοφορούν να μην έχουν υποστεί την αρμόζουσα εκλέπτυνση. Ο εξοβελισμός των συντηρητικών ιδεών από τη δημόσια σφαίρα και η λαθρόβια ή υπό μεταμφίεση διακίνησή τους έχει οδηγήσει μία ολόκληρη παράταξη στην αδυναμία άρθρωσης ενός σύγχρονου συντηρητικού λόγου. Υπό την έποψη αυτή, δεν είναι τυχαία, αφενός, η διάδοση γραφικών αντιλήψεων ενός κατ’ όνομα συντηρητισμού και, αφετέρου, η υιοθέτηση σχημάτων σκέψης ενός χονδροκομμένου αμερικανικού συντηρητισμού, ο οποίος ελάχιστη σχέση έχει με τις εγχώριες πραγματικές ανάγκες και συλλογικές νοοτροπίες.
Οι εσπευσμένες σχηματοποιήσεις, οι εύκολες κατατάξεις, οι δαιμονοποιήσεις οφείλουν να δώσουν τη θέση τους στη νηφάλια επιστημονική έρευνα και στην εμβάθυνση στο αξιακό περιεχόμενο του ελληνικού συντηρητισμού. Η πολεμική χρήση των εννοιών ίσως είναι αναπόδραστη στην πολιτική, αλλά τούτο δεν σημαίνει ότι κάθε πολεμική έχει το ίδιο διανοητικό βάρος. Προσδοκία των επιμελητών του παρόντος τόμου είναι η δημοσίευση αυτή να εισφέρει σε μία αναθεωρημένη εικόνα του συντηρητισμού στην ελληνική κοινωνία και να αποτελέσει το έναυσμα να τεθεί εκ νέου το ζήτημα των προϋποθέσεων και τα ορίων μιας νέας ελληνικής συντηρητικής πολιτικής.